- πεντηκονταετηρίς
- πεντηκοντα-ετηρίς, ίδος, ἡ,A period of fifty years, Sch. Th.1.18.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πεντηκονταετηρίς — period of fifty years fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκονταετηρίδα — πεντηκονταετηρίς period of fifty years fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκονταετηρίδι — πεντηκονταετηρίς period of fifty years fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκονταετηρίδος — πεντηκονταετηρίς period of fifty years fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντηκονταετηρίδα — η / πεντηκονταετηρίς, ίδος, ΝΜΑ χρονική περίοδος πενήντα συνεχών ετών, πεντηκονταετία νεοελλ. η πεντηκοστή επέτειος κάποιου σημαντικού γεγονότος καθώς και η γιορτή που γίνεται για την επέτειο αυτή. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκοντα + ετηρίς (< έτηρος… … Dictionary of Greek